Κυριακή 30 Οκτωβρίου 2022

"A Street Cat named Bob" ένας γάτος "ΣΩΤΗΡΑΣ"

 

Ο άστεγος τοξικομανής και ο γάτος που του άλλαξε τη ζωή – «Καθάρισε» και έγινε συγγραφέας

 

Ένας αδέσποτος γάτος που εμφανίσθηκε ξαφνικά στη ζωή του, τα σάρωσε όλα και άλλαξε τα πάντα προς το καλύτερο

 

Όταν ήταν μικρό παιδί ακόμη, οι γονείς του Τζέιμς Μπόουεν, χώρισαν. Ένας χωρισμός που τον σημάδεψε. Τους θυμάται να μαλώνουν επί ώρες κάθε μα κάθε βράδυ, όταν γυρνούσε ο πατέρας του μεθυσμένος από την παμπ.

 

Το ίδιο μεθυσμένη ήταν και η μητέρα του που μέσα στη μοναξιά του σπιτιού της, κλεισμένη στην καταθλιπτική Βρετανική επαρχία, άρχισε να πίνει από νωρίς το απόγευμα.

Ο Τζέιμς έτρεχε στο δωμάτιο του, έκλεινε την πόρτα καθόταν στο κρεβάτι έφερνε τα γόνατα του στο στήθος του και αγκάλιαζε το μαξιλάρι του. Με τα δυο του χέρια βούλωνε τα αυτιά του για να μην ακούει τις φωνές, τις βρισιές και τα πράγματα που έσπαγαν στο σαλόνι και σιγοτραγουδούσε κάποιο σκοπό που του άρεσε. Εξάλλου τη λάτρευε τη μουσική. Έπαιζε και κιθάρα, αλλά είχε σταματήσει τα μαθήματα.

Έτσι τον έπαιρνε ο ύπνος. Το πρωί ξυπνούσε μόνος του και μετά πήγαινε να ξυπνήσει και τη μητέρα του που συνήθως κοιμόταν στον καναπέ με ένα ποτήρι άδειο τζιν στο διπλανό τραπεζάκι και ένα τασάκι γεμάτο αποτσίγαρα. Ο πατέρας του είχε ήδη φύγει για το εργοστάσιο. Θα επέστρεφε το μεσημέρι, θα έτρωγε αμίλητος, θα κοιμόταν και μετά πάλι στην παμπ.

 

Ο εφιάλτης του Τζέιμς συνεχιζόταν και στο σχολείο. Ήταν ένα ήρεμο, φοβισμένο παιδί που δεν μιλούσε στην τάξη, που δεν ήξερε ποτέ του το μάθημα αφού δεν διάβαζε και που ήταν το «αγαπημένο» θύμα των «μπούληδων» του σχολείου που του είχαν κάνει τη ζωή μαρτύριο.

Ξύλο στα διαλείμματα, κοροϊδίες, εκφοβισμοί. Οι μήνες περνούσαν έτσι. Ο Τζέιμς είχε μεταβληθεί σε ένα πλάσμα χωρίς συναισθήματα, άβουλος, που σπάνια γελούσε και ακόμη σπανιότερα έκλαιγε.

Προς το τέλος του λυκείου, νόμιζε ότι θα βρει διέξοδο στα ναρκωτικά. Τα δοκίμασε και από τότε «κόλλησε». Σε λίγους μήνες είχε γίνει ένα κανονικό «πρεζάκι» που περπατούσε στους δρόμους χωρίς κανένα σκοπό και ζητιάνευε για να μπορέσει να αγοράσει τη δόση του.

 

Ένα βράδυ η μητέρα μεθυσμένη, του είπε να φύγει από το σπίτι. Δεν ήθελε να τον ξαναδεί. Του είπε ότι ήταν το χειρότερο λάθος της ζωής της και ότι μετάνιωσε που τον γέννησε.

Ο Τζέιμς εκείνο το βράδυ, βγαίνοντας από το σπίτι με ένα σάκο μόνο με λίγα ρούχα και την κιθάρα του, έκλαψε μετά από πολύ καιρό. Ύστερα πήγε στα γνωστά του στέκια και «φτιάχτηκε» για άλλη μια φορά για να ξεχαστεί.

Τους επόμενους μήνες ο Τζέιμς έμενε όπου έβρισκε, σε παγκάκια, σε στάσεις λεωφορείων, σε πάρκα, στην είσοδο υπόγειων μαγαζιών για να προστατεύεται από την βροχή και την παγωνιά και κάθε πρωί οι καταστηματάρχες τον κλωτσούσαν για να σηκωθεί να φύγει.

 

Όλη την υπόλοιπη μέρα έπαιζε μουσική με την κιθάρα του και οι περαστικοί του άφηναν λίγες πένες. Με αυτές έτρωγε και έπαιρνε τη δόση του. Κάποτε πήγε στην Πρόνοια και τον εγκατέστησαν σε ένα συγκρότημα θλιβερών ομοιόμορφων πολυκατοικιών στο Τότεναμ στο βόρειο Λονδίνο, μαζί με άλλους άπορους, απεγνωσμένους, παρατημένους και αβοήθητους ανθρώπους.

Άλλαξε η ζωή του

Μόλις είχε μπει ή άνοιξη του 2007 και την ώρα που ο Τζέιμς βγήκε ένα πρωινό από το βρώμικο διαμέρισμα του κρατώντας το σάκο και την κιθάρα του, τον είδε κουρνιασμένο στην πόρτα.

Ήταν ένας αρσενικός γάτος με πορτοκαλί – τιγρέ τρίχωμα. Ήταν ταλαιπωρημένος, βρώμικος και τραυματισμένος. Ήταν όμως πανέμορφος. Ένα πανέμορφο αδέσποτο που το πήρε στην αγκαλιά του και άρχισε να το χαϊδεύει.

Ο γάτος άρχισε να γουργουρίζει και ο Τζέιμς σκέφτηκε πως δεν έπρεπε να τον αφήσει μόνο του. Έπρεπε να τον κάνει καλά. Μπήκε πάλι στο διαμέρισμα με το γατάκι, έστρωσε μια βρώμικη κουβέρτα στο πάτωμα, και το έβαλε να ξαπλώσει, να ζεσταθεί.

 

Όταν γύρισε εκείνο το βράδυ χωρίς να έχει «φτιαχτεί» μάλιστα, είχε φέρει μαζί του λίγο καπνιστό χοιρινό για τον νέο του φίλο. Τον χάιδεψε και έπεσε για ύπνο. Το πρωί τον πήρε αγκαλιά και πήγαν στον κτηνίατρο.

Ο Τζέιμς ξόδεψε όλο το υστέρημα του για να κάνει καλά τον πορτοκαλί γάτο. Και πράγματι τα κατάφερε. Δέθηκε πολύ μαζί του και τον βάφτισε κιόλας. Από δω και πέρα θα τον έλεγαν Μπομπ.

Δεν μπορούσε να φανταστεί πως αυτή η γνωριμία θα του άλλαζε τη ζωή. Τα πρωινά που ο Τζέιμς έβγαινε έξω να πάει να παίξει κιθάρα στις πλατείες για να βγάλει λίγα χρήματα, ο Μπομπ, ο πορτοκαλί γάτος, τον ακολουθούσε σαν… σκυλί.

 

Όταν ο Τζέιμς έπαιζε κιθάρα καθισμένος στα πεζοδρόμια, ο Μπομπ ήταν πάντα δίπλα του. Τζέιμς και Μπομπ έγιναν αχώριστοι. «Μερικές φορές όταν χρειάζεσαι βοήθεια εμφανίζεται η πιο απίθανη μορφή. Ο Μπομπ ήταν ακριβώς εκείνο που χρειαζόμουν. Ήταν ένα ευάλωτο πλάσμα που έπρεπε να είμαι νηφάλιος για να το φροντίζω. Ήμουν και γω ευάλωτος. Έπρεπε να θεραπεύσω τον εαυτό μου για χάρη και των δυο μας», είπε ο Τζέιμς χρόνια μετά.

Και πράγματι το αδύναμο παιδί που φοβόταν και τη σκιά του και βρήκε τη λύση στα ναρκωτικά, άλλαξε. Έγινε άλλος άνθρωπος. Νίκησε την κατάθλιψη του μόνος και νίκησε και την ηρωίνη. Κάθε πρωί είχε έναν σοβαρό λόγο για να ξυπνάει.

Σύντομα ο Μπομπ με τα χαρακτηριστικά κασκόλ που του φορούσε κάθε μέρα το αφεντικό του, και ο Τζέιμς έγιναν δυο χαρακτηριστικές φιγούρες του Covent Garden. Οι περαστικοί σταματούσαν και τους τραβούσαν φωτογραφίες. Ο Τζέιμς και ο Μπομπ να κάθεται σαν παπαγάλος στον ώμο του.

 

Ταυτόχρονα με την μουσική που έπαιζε ο Τζέιμς έγινε και πωλητής της εφημερίδας των αστέγων «The Big Issue». Ύστερα από λίγο καιρό ο Τζέιμς ένιωσε την ανάγκη να κάνει κάτι που δεν είχε κάνει ποτέ.

Να εξωτερικεύσει τα συναισθήματα του. Μάλιστα αποφάσισε να αρχίσει να γράφει για το πλάσμα που τον έβγαλε από τον εφιάλτη. Άρχισε να γράφει τα πάντα για τη ζωή του με τον Μπομπ.

Μέχρι που κάποια μέρα, δειλά δειλά πήγε σε έναν μικρό εκδοτικό οίκο τα βρώμικα χειρόγραφα του. Το 2012 στα βιβλιοπωλεία βγήκε ένα βιβλίο με τον παράξενο τίτλο: «Ένας γάτος του δρόμου ονόματι Μπομπ.» Κάτω από τον τίτλο υπήρχε το όνομα του συγγραφέα: Τζέιμς Μπόουεν.

Από εκείνη τη στιγμή και μετά όλα εκτυλίχθηκαν με κινηματογραφική ταχύτητα. Το βιβλίο άρχισε να πουλάει σαν τρελό. Σε λίγες εβδομάδες έγινε best – seller. Βρέθηκε στο Νο 7 της λίστας των New York Times, ενώ για έναν χρόνο ήταν στην κορυφή της αντίστοιχης λίστας των The Sunday Times.

 

Η ζωή του Τζέιμς άλλαξε. Άρχισε να βγάζει χρήματα. Πολλά χρήματα. Μετακόμισε μαζί με τον Μπομπ σε ένα καλύτερο σπίτι, σε μια καλύτερη περιοχή. Ο Τζέιμς έγινε συγγραφέας βιβλίων, πολλά από αυτά για μικρά παιδιά. Συνολικά τα βιβλία του μεταφράστηκαν σε περισσότερες από 80 χώρες και όλα μαζί συνολικά πούλησαν πάνω από 8 εκατομμύρια αντίτυπα.

Το 2016 υπέγραψε συμβόλαιο και μεταβίβασε τα δικαιώματα του βιβλίου για να γίνει ταινία. Δυο χρόνια μετά ο Τζέιμς που ποτέ δεν σταμάτησε να παίζει μουσική, διάσημος πλέον έγραψε το τραγούδι «Και τότε ήρθε ο Μπομπ». Τα έσοδα τα έδωσε όλα στο ίδρυμα για τους άστεγους της Βρετανίας, το «The Big Issue Foundation».

 Τον Ιούνιο του 2020, ο Μπομπ έσβησε ήρεμα, γεράκος πια στα 14 του, στην αγκαλιά του Τζέιμς, μέσα στο σπίτι τους. Ο Τζέιμς τον αποχαιρέτισε γράφοντας: « Ο Μπομπ μου έσωσε τη ζωή. Μου έδωσε πολλά περισσότερα από μια συντροφιά. Με αυτόν στο πλευρό μου βρήκαν τον προσανατολισμό που μέχρι τότε δεν είχα. Η επιτυχία που γνωρίσαμε μαζί μέσα από τα βιβλία και τις ταινίες ήταν θαυματουργή. Δεν υπήρξε ποτέ γάτα σαν αυτόν. Δεν πρόκειται να υπάρξει ποτέ. Νιώθω σαν να έχει σβήσει το φως της ζωής μου. Δεν θα τον ξεχάσω ποτέ».

 Ένα χρόνο μετά ο Τζέιμς στο συγκεκριμένο παγκάκι που καθόταν με τον Μπομπ και έπαιζαν μουσική τις δύσκολες μέρες πριν την επιτυχία έκανε τα αποκαλυπτήρια ενός μνημείου προς τιμήν του φίλου του.

 

 

https://filoitexnisfilosofias.com/%ce%bf-%ce%ac%cf%83%cf%84%ce%b5%ce%b3%ce%bf%cf%82-%cf%84%ce%bf%ce%be%ce%b9%ce%ba%ce%bf%ce%bc%ce%b1%ce%bd%ce%ae%cf%82-%ce%ba%ce%b1%ce%b9-%ce%bf-%ce%b3%ce%ac%cf%84%ce%bf%cf%82-%cf%80%ce%bf%cf%85-%cf%84/

Παρασκευή 28 Οκτωβρίου 2022

Αν «έζησα το θαύμα», σώθηκα από ένα θαύμα.

 

ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΕΛΥΤΗΣ: «Εζησα το θαύμα της Αλβανίας»
Απόσπασμα από την συγκλονιστική συνέντευξη του Οδυσσέα Ελύτη στην εφημερίδα Πανσπουδαστική, φύλλο 41/1962, για το πως γλύτωσε το θάνατο στο μέτωπο του 40 .
Στο μέτωπο αρρώστησα από βαρύτατο τύφο. Τα νερά που πίναμε όπου βρίσκαμε, ανάμεσα στα πτώματα των μουλαριών, ήταν μολυσμένα.
Χωρίς να γνωρίζω τι έχω, χρειάστηκε να κάνω τρία μερόνυχτα με τα πόδια και με το ζώο για να βρεθώ σε βατό δρόμο και να διακομισθώ στο νοσοκομείο των Ιωαννίνων.
Έμεινα εκεί σαράντα μέρες με σαράντα πυρετό, ακίνητος, με πάγο στην κοιλιά.
Με είχαν αποφασίσει, αλλά εγώ δεν είχα αποφασίσει τον εαυτό μου (σ.σ. ο Ελύτης ήταν τότε 30 ετών).
Θυμάμαι ότι αρνήθηκα να με μεταφέρουν στον μικρό θάλαμο των μελλοθανάτων, όπως κάποιο άλλο βράδυ αρνήθηκα πεισματικά να κοινωνήσω και να εξομολογηθώ στον παπά που μου φέρανε, όταν η κρίση της αρρώστιας έφτασε στο κατακόρυφο.
Μόλις αρχίζανε οι βομβαρδισμοί, ανοίγανε το διπλανό μου παράθυρο -μη σπάσουν τα τζάμια και τιναχτούν επάνω μου- και φεύγανε όλοι στα καταφύγια.
Ετσι πέρασα όλες τις τρομερές μέρες της γερμανικής επιθέσεως (σ.σ. Απρίλιος του 1941).
Κατάμονος, σ’ έναν έρημο θάλαμο και γεμάτος πληγές από την απόλυτη ακινησία. Και την ημέρα που κρίθηκε ότι είχα γλιτώσει και άρχισε να υποχωρεί ο πυρετός, ήρθε η διαταγή να εκκενωθεί το νοσοκομείο.
Με βάλανε όπως όπως σ’ ένα φορείο, που το χώσανε σ’ ένα φορτηγό αυτοκίνητο.
Η φάλαγγα, από τα Γιάννενα ως το Αγρίνιο, πολυβολήθηκε οκτώ φορές από τα «στούκας». Οι φαντάροι τρέχανε στα χωράφια, όμως εγώ ήταν αδύνατο να σταθώ όρθιος έστω και για μια στιγμή.
Τελικά, στο Αγρίνιο, με παρατήσανε σ’ ένα πεζούλι και φύγανε. Μια καλή κοπέλα, εθελοντής νοσοκόμος, με άλλη αποστολή, με βοήθησε και μ’ έσυρε ως το υπόγειο μιας καπναποθήκης όπου σωριάστηκα κι έμεινα τρεις μέρες.
Αλλά τα υπόλοιπα δεν έχουν σημασία για τους άλλους. Σημασία έχει ότι αν «έζησα το θαύμα», σώθηκα από ένα θαύμα.
Οι γιατροί στην Αθήνα τρίβανε τα μάτια τους. Σύμφωνα με την επιστήμη, θα έπρεπε με την παραμικρή μετακίνηση να πάθω εντερορραγία και να τελειώσω.
Το εξιτήριο που πήρε ο Ελύτης από το 2ο Στρατιωτικό Νοσοκομείο Αθηνών (24/4/1941) αναφέρει: Τυφοειδής πυρετός εν αποδρομή. Χρήζει κατ’ οίκον νοσηλείας επί δεκαήμερον.
«Πανσπουδαστική»: Λάβατε ποτέ καμιά τιμητική διάκριση;
Ελύτης: Τι λέτε; Ετσι εύκολα θα χαλούσε η τάξη των ελληνικών πραγμάτων; Παρασημοφορήθηκε ο αδελφός μου, που υπηρετούσε στην κεντρική Επιμελητεία Αθηνών.
Βλέπετε αυτή τη γλάστρα; Μου την έστειλε προχθές μόλις η ίδια εκείνη νοσοκόμα που σας έλεγα πριν ότι με έσωσε στην υποχώρηση. Περάσανε σχεδόν είκοσι δύο χρόνια και με θυμάται πάντα. Με τέτοια σώζεται η Τιμή ενός λαού κι όχι με τις αποφάσεις των επιτελείων.
«Πανσπουδαστική»: Προσωπικά εσείς, σαν έφεδρος ανθυπολοχαγός, τι κάνατε στον αγώνα;
Ελύτης: Τι να έκανα εγώ, ένα χαλασμένο παιδί της Αθήνας; Με κόπο ανυπολόγιστο, κατάφερα να είμαι απλώς συνεπής προς την αποστολή μου. Αλλά είδα στα πρόσωπα των στρατιωτών μου τη λάμψη, που είναι ικανός ο Ελληνισμός ν’ αναδώσει, όταν πιστεύει στο δίκιο του.
Και γνώρισα από κοντά την αψηφησιά του θανάτου, την ακατάβλητη θέληση της ζωής, που έγινε τελικά και δική μου.
[Εδώ ο ποιητής εξαίρει την παλικαριά των ανδρών της διμοιρίας του και όχι τον εαυτό του.]
Στο ερώτημα «τι ήταν εκείνο που σάς συγκίνησε στο Επος του ’40», ο ίδιος υπογράμμισε μεταξύ άλλων:
Πώς να σάς το πω. Ήταν ό,τι διάβαζα στην πράξη και μ’ ένα σφίξιμο στην καρδιά μην τύχει και δακρύσω, αυτά που με ανία και δυσφορία διάβαζα ως τότε στα βιβλία για την ιστορία της χώρας μου. Ήταν μια βίαιη φορά προς τα εμπρός του λαού που είχε κάποτε ηττηθεί, όχι εξαιτίας του, στη Μικρασία, και που τώρα έπαιρνε την εκδίκησή του.
Ετσι το έβλεπα εγώ. Σαν άχτι μακροχρόνιο, που έβγαινε και ξεθύμαινε. Δεν έπαιζε ρόλο αν ο εχθρός ήταν διαφορετικός.
Ο εχθρός ήτανε η Τυραννία, ήτανε η μορφή του Άδικου, που την είχαμε υποστεί κάτω από διαφορετικές μορφές επί αιώνες και είχε γίνει μοίρα μας. Αυτή η εξέγερση εναντίον της Μοίρας, χωρίς υπολογισμό μες στα όλα, αυτή η «όμορφη αφροσύνη» όπως λέω κάπου αλλού, ήταν που ανέβαζε το γεγονός σε μιαν άλλη σφαίρα, ποιητική.
Μέσα μου έγινε τότε μια αναπαρθένευση των τριμμένων εννοιών. Οι λέξεις ξεφουσκώσανε και ξαναγεμίζανε από καθαρή ουσία. Με τη βοήθεια της ουσίας αυτής βρήκα το θάρρος να ξαναπροφέρω λόγια που ως τότε τα φοβόμουνα, επειδή τα συναντούσα μόνο στα χείλη των κούφιων πολιτικών και των πατριδοκάπηλων.
____________
Βιβλιογραφικά
~Συνέντευξη του Οδυσσέα Ελύτη στην εφημερίδα Πανσπουδαστική, «Δεκαπενθήμερον, πανσπουδαστικόν όργανον φοιτητικού κινήματος», φύλλο 41/1962, σ. 10.
Τίτλος: Έζησα το θαύμα της Αλβανίας.
Φωτογραφία
Ανθυπολοχαγός Οδυσσέας Αλεπουδέλης (Ελύτης) στο Αλβανικό μέτωπο, 1941.

Τρίτη 18 Οκτωβρίου 2022

Το παλαιότερο animation στον κόσμο

 


Για πολλούς, η απαρχή των κινουμένων σχεδίων ξεκινά στις αρχές του εικοστού αιώνα και την την έλευση της Κινηματογραφίας. Από τότε, οι animators και κινηματογραφικά στούντιο όπως οι Pixar και Ghibli, έχουν φέρει στις μεγάλες και στις μικρές οθόνες μια τεράστια και εκπληκτική ποικιλία κινουμένων σχεδίων που κόβουν την ανάσα.

Ωστόσο οι προσπάθειες σύλληψης του φαινομένου του κινουμένου σχεδίου έχουν τις ρίζες τους στα παλαιολιθικά χρόνια. Μέσα σε σπηλιές βρέθηκαν χαραγμένα σχέδια, όπου ζώα απεικονίζονταν με πολλά πόδια, σε υπερτεθειμένες θέσεις, προφανώς για να δοθεί η αίσθηση της κίνησης. 

 

Το πρώτο δείγμα animation εντοπίζεται στη στη Σαχρ-ί Σόκτα (Shahr-i Sokhta) γνωστή και ως η Καμένη Πόλη του Ιράν. H Καμένη Πόλη είναι η γενέτειρα ενός ένδοξου μητριαρχικού πολιτισμού ο οποίος εμφανίστηκε 5.200 χρόνια πριν και άφησε τα μυστηριώδη ίχνη του στις πεδιάδες της επαρχίας Σιστάν και Βελουχεστάν στο νοτιοανατολικό Ιράν. Η «Καμένη Πόλη», κατά τις τρεις τελευταίες χιλιετερήδες απέκτησε το παρατσούκλι της, λόγω των πολυάριθμων ιχνών από στάχτη και σκόνη που βρέθηκαν σε αυτόν το χώρο που αποτελεί πλέον μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCΟ.

Η Σαχρ-ί Σόκτα ανασκάφηκε για πρώτη φορά το 1967. Περίπου μια δεκαετία αργότερα, μια ιταλική αρχαιολογική ομάδα ανακάλυψε ένα πήλινο αγγείο που φέρει πάνω του ζωγραφισμένα πέντε σχέδια μιας κατσίκας και αποτελεί για κάποιους αναλυτές το πρώτο animation στην ιστορία.

«Το τεχνούργημα φέρει πέντε εικόνες που απεικονίζουν μια άγρια ​​κατσίκα να πηδά για να φάει τα φύλλα ενός δέντρου», αναφέρει ο ιστότοπος του Κύκλου Αρχαίων Ιρανικών Σπουδών. «Μερικά χρόνια αργότερα, ο Ιρανός αρχαιολόγος Δρ. Mansur Sadjadi, ο οποίος διορίστηκε αργότερα ως νέος διευθυντής της αρχαιολογικής ομάδας που εργαζόταν στην Καμένη Πόλη, ανακάλυψε ότι οι εικόνες αποτελούσαν μια σχεδιοκίνηση». Το είδος του ζώου που απεικονίζεται ανήκει στην τάξη Capra aegagrus (σ.σ αίγαγρος), «γνωστό και ως «περσικό αγριοκάτσικο της ερήμου», και δεδομένου ότι είναι αυτόχθον ζώο της περιοχής, ήταν απολύτως λογικό να εμφανίζεται στην εικονογραφία της Καμένης Πόλης».

Αυτό το δοχείο, που εκτίθεται πλέον στο Εθνικό Μουσείο του Ιράν στην Τεχεράνη, δεν είναι το μοναδικό εύρημα που αντικατοπτρίζει την εκπληκτική εξέλιξη του πρώιμου πολιτισμού που το παρήγαγε. «Ο πρώτος γνωστός τεχνητός βολβός ματιού στον κόσμο, με δύο τρύπες και στις δύο πλευρές και μια χρυσή κλωστή για να τον συγκρατεί στη θέση του, ανακαλύφθηκε στον σκελετό μιας γυναίκας στο Σαχρ-ί Σόκτα», αναφέρει η Mehr News. Οι ανασκαφές έχουν επίσης φέρει στο φως «τα παλαιότερα σημάδια χειρουργικής επέμβασης στον εγκέφαλο», καθώς και ενδείξεις ότι «οι κάτοικοι της Καμένης Πόλης έπαιζαν τάβλι», ή τουλάχιστον κάποιο είδος επιτραπέζιου παιχνιδιού που παιζόταν με ζάρια, έναν χάρακα με ακρίβεια μισού χιλιοστού και πολλά άλλα εκπληκτικά εργαλεία, τα οποία καταδεικνύουν ότι οι κάτοικοι της πόλης ήταν ειδήμονες στον αστικό σχεδιασμό, την αρχιτεκτονική, τα μαθηματικά, τις επιστήμες, την ιατρική και τη μηχανική.


 

« Η Gillian δεν είναι άρρωστη, είναι απλά χορεύτρια!»

Η Gillian είναι ένα κορίτσι επτά ετών που δεν μπορεί να παραμείνει καθιστή στο σχολείο. Σηκώνεται συνέχεια, αποσπάται η προσοχή της, πετάει ...