απάνω απ’ τον Ταΰγετο κι απάνω από τη Μάνη.
Τ’ αποβραδίς εκούρνιασε στο δόλιο Μονοδέντρι,
εκεί που πέσαν οι εκατόν δεκαοχτώ λεβέντες.
Βάγια σούρνει στη μύτη του κι αστέρια στα φτερά του,
Φωνές και χαιρετίσματα σούρνει στ’ ακρόνυχά του:
Πάψτε μάνες τα κλάματα, τι σείστη ο απάνω κόσμος
Τι πέφτουν τ’ άνθια των δεντριώ σκίζουνται τα λιθάρια
Τι απάνω στον Ταΰγετο είν’ κι άλλα παληκάρια.
Μετά τη συνθηκολόγηση των Ιταλών , το Σεπτέμβρη του 1943, τα δωσιλογικά Τάγματα Ασφαλείας, οι γερμανοτσολιάδες, που είχαν ιδρυθεί στις 18 του Ιούνη 1943, ανέλαβαν να αντιμετωπίσουν τους αντάρτες του ΕΑΜ -ΕΛΑΣ που η δράση τους γιγαντώνονταν και παράλληλα να εξοικονομήσουν γερμανικές δυνάμεις που ήταν αναγκαίες για τα ανοιχτά μέτωπα, στην Βόρεια Αφρική, τη Μεσόγειο, το Αιγαίο, το Ανατολικό Μέτωπο.
Το βράδυ της 23ης Οκτώβρη 1943, Γερμανοί και ταγματασφαλίτες του Λεωνίδα Βρεττάκου, μπλοκάρουν τη Σπάρτη. Αναστατώνουν τη πόλη, χτυπούν, έσπαζαν πόρτες σπιτιών και ορμούσαν μέσα. Με οδηγούς δωσίλογους κουκουλοφόρους συλλαμβάνουν 500 πατριώτες που σχετίζονταν ή ήταν μέλη του ΕΑΜ – ΕΛΑΣ. Με στόχο την τρομοκράτηση της περιοχής, μεταφέρονται, όμηροι, στις φυλακές της Τρίπολης. Η τύχη των περισσότερων ήταν προδιαγραμμένη. Ανάμεσα στους κρατούμενους ήταν τα τέσσερα από τα πέντε αδέλφια Τζιβανόπουλοι, ο πέμπτος, ο Αριστείδης, σώθηκε γιατί δεν ήταν στη Σπάρτη εκείνη τη μέρα. Ο δυστυχής πατέρας τρέχει να σώσει τα παιδιά του. Κάνει έγγραφα στους Γερμανούς και ζητά την αποφυλάκισή τους. Οι Γερμανοί ζητούν τη γνώμη των Ταγμάτων Ασφαλείας. Ο Διοικητής τους, Λεωνίδας Βρεττάκος απαντά με έγγραφο:
«Ελεύθερος Ελληνικός Στρατός
Τάγμα ο «Λεωνίδας»
Αριθ. Πρωτ. 13
Σπάρτη 23 – 11- 1943
Προς την Γερμανικήν Διοίκηση Σπάρτης
Ενταύθα
Κατόπιν προφορικής υμών διαταγής λαμβάνομεν την τιμήν να επιστρέψωμεν υμίν συνημμένως την από 22.11.43 αίτησιν του κ. Δημητρίου Τζιβανοπούλου μεθ’ όλων των συνημμένων και να αναφέρωμεν ότι οι μεν δύο αδελφοί Δημοσθένης και Ιωάννης είναι ενεργά μέλη του Ε.Α.Μ., διαφωτισταί και ομιληταί του Ε.Α.Μ. ανήκοντες εις μαχητικάς ομάδας, οι δ’ έτεροι δύο Σωκράτης και Παρασκευάς ανήκουν εις μαχητικήν ομάδα του Ε.Α.Μ. – Ε.Π.Ο.Ν. και ενήργησαν την επίθεσιν κατά της οικίας του αρχηγού Ε.Σ. κ. Λεωνίδα Βρεττάκου ένθα εφονεύθη ο Γεώργιος Καργάκος συνάμα δε εκ της οικίας των εγένετο εξόρμησις της επιθέσεως.
Κατόπιν των ανωτέρω άπαντα τα εν τη αιτήσει του πατρός των Δημητρίου Τζιβανοπούλου είναι ψευδέστατα και οι τέσσεροι υιοί του όχι μόνον δεν πρέπει να απολυθούν εκ των φυλακών Τριπόλεως ένθα κρατούνται, απεναντίας δε απορούμεν πως ούτοι μέχρι σήμερον δεν έχουν εκτελεσθή.
Ο Διοικητής
(υπογραφή) Λεωνίδας Βρεττάκος»
Με βάση πληροφορίες ότι θα μεταφέρονταν ταγματασφαλίτες στη Σπάρτη για να ενισχύσουν τις εκεί γερμανόφιλες συμμορίες, στις 25 Νοέμβρη δυνάμεις του ΕΛΑΣ στήνουν ενέδρα στη θέση «Λογγάκι» στο Μονοδέντρι και χτυπούν φάλαγγα αυτοκινήτων με 40 Γερμανούς.
Η φάλαγγα εξουδετερώθηκε και μόνο ένας Γερμανός γλύτωσε. Οι Γερμανοί, σε αντίποινα, τα ξημερώματα της επόμενης μέρας 26 Νοέμβρη, φορτώνουν σε καμιόνια 100 από τους ομήρους φυλακισμένους της Τρίπολης, στην πλειοψηφία τους μέλη και στελέχη του ΕΑΜ, μέλη και στελέχη του ΚΚΕ και της ΕΠΟΝ Σπάρτης και ξεκινούν για το Μονοδένδρι. Στο δρόμο μαζεύουν άλλους 18 αγρότες και τσοπανόπουλα που βρέθηκαν τυχαία στην περιοχή.
Το μεσημέρι, φτάνουν στο Μονοδένδρι, κατεβάζουν από τα αυτοκίνητα τους 118 ομήρους, τους τοποθετούν στο σημείο της ενέδρας και στήνουν δυο πολυβόλα από τις δυο μεριές του δρόμου και άλλα τέσσερα να στοχεύουν τους μελλοθάνατους.
Ανάμεσά τους μια γυναίκα: η δραστήρια ΕΑΜίτισσα Βασιλική Μαρινάκη και18 αδέλφια: τα 4 αδέλφια Δημοσθένης, Ιωάννης, Σωκράτης, Παρασκευάς Τζιβανόπουλοι, τα 3 αδέλφια Δημήτρης, Ζαχαρίας, Ιωάννης Αλεμαγγίδης, ο πατέρας Ευάγγελος και ο γιός του Νικόλαος Παπαστάθης, τα 2 αδέλφια Παναγιώτης και Γιώργος Μπλάθρας, ο πατέρας Κεχαγιάς Ευάγγελος και τα δυο του παιδιά Ηλίας και Νικόλαος, τα 2 αδέλφια Θόδωρος και Δημήτρης Σταυράκος, τα 2 αδέλφια Παναγιώτης και Σαράντος Ανδριτσάκης, τα 2 αδέλφια Λεωνίδας και Αντώνης Τριήρης. Ακόμα τα μέλη της Νομαρχιακής Επιτροπής του ΕΑΜ Σπάρτης: ο δικηγόρος Γιώργος Γιατράκος, πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου, ο χειρουργός Χρήστος Καρβούνης και ο Διευθυντής της Εθνικής Τράπεζας Αντώνης Ζερβομπεάκος.
Ο δικηγόρος Γιατράκος σηκώνεται και εκφωνεί τον τελευταίο λόγο του στους μελλοθάνατους συντρόφους του.
Ο επικεφαλής Γερμανός αξιωματικός απευθύνεται στο γιατρό Χρήστο Καρβούνη, που σπούδασε στη Γερμανία: «Εσύ εξαιρείσαι!». Ο Καρβούνης δέχεται με την προϋπόθεση να μην εκτελεσθεί κανένας. Ο Γερμανός αρνείται, ο Χρήστος Καρβούνης δεν δέχεται την εξαίρεση και ξεσπάει: «Όχι, όχι… Αυτό δεν θα γίνει! Δεν θα δεχτώ ποτέ ένα τέτοιο πράγμα, που θα αποτελέσει μεγάλη προσβολή για μένα… Όχι! Δεν θα γίνει αυτό. Αντίθετα κάτι άλλο πρέπει να γίνει. Αν πρόκειται να εκτελεσθεί και ένας, αυτός πρέπει να είμαι εγώ. Ολοι οι άλλοι πρέπει να ζήσουν»[1].
Τα πολυβόλα που είχαν στηθεί άρχισαν να θερίζουν. Σε λίγο 117 κορμιά έπεφταν στο χώμα. Μόνο ο γιατρός στεκόταν όρθιος.
«Εσύ θα ζήσεις!», ακούστηκε να λέει ο Γερμανός αξιωματικός.
«Όχι δολοφόνοι…» απαντάει ο γιατρός, «Είστε βάρβαροι. Ντρέπομαι που σπατάλησα οχτώ χρόνια απ’ τη ζωή μου στον τόπο σας. Οχτώ χρόνια χαμένα και πεταμένα. Ζήτω το ΕΑΜ. Ζήτω η λευτεριά!». Ηταν τα τελευταία του λόγια. Ο Γερμανός όρμησε πάνω του, τον χτύπησε και τον πυροβόλησε πολλές φορές.
Ένα γράμμα
Στην τσέπη του εκτελεσμένου Γιώργου Γιατράκου βρέθηκε, ματωμένο, ένα γράμμα:
«Δεν στενοχωρούμαι εις τας κρισίμους περιστάσεις, οπλίζομαι με ανάλογον στωικότητα εγγίζουσαν τα όρια της αναισθησίας. Είναι μεγάλο φάρμακο αυτό. Είμαι εκ φύσεως λίγο φιλόσοφος, έχω και μια χαρακτηριστική αδιαφορία προς την αξία της ζωής και έτσι το εκτελεστικό απόσπασμα το οποίον δις μας επεσκέφθη αποχωρήσαν εν συνόλω 28 πρόβατα από το μπουλούκι, είμαι βέβαιος, ότι, αν έρθη η ώρα μου, θα το δω με την ίδια αδιαφορία και θα φωνάξω φεύγοντας: «Ζήτω η Λαϊκή Δημοκρατία». Προτού όμως γίνη τούτο καταλαβαίνω ότι κάτι μπορώ να εισφέρω εις τον αγώνα, και προ παντός εις την εξυγίανση της Πατρίδος μας Σπάρτης,
»Πρέπει να ζήσωμε γιατί οραματίζομαι μια νέα Ελλάδα διάφορη από τη σημερινή, η οποία θα γυρίση στην πρόοδο, στα ειρηνικά έργα, και θα μας προσεγγίση στην Ελλάδα του 5ου π.Χ. αιώνος. Βλέπω ένα ξεσήκωμα της λαϊκής ψυχής που θέλει, «αρχίζει να θέλη» την πρόοδο, και άμα γίνει τούτο συνειδητό η εκκαθάριση του παρελθόντος θα γίνη αυτόματα. Βλέπω αίμα, και αίμα πολύ, ότι θα χυθή γρήγορα. Η μάζα θέλει κατεύθυνση από ανθρώπους ατσαλένιους και συνετούς για να μη γίνουν πάρα πολλές αδικίες.
»Η επανάσταση του 1789 θα ωχριάση στη νέα ζωή, που θα ανοίξη η δική μας επανάσταση τηρουμένων των αναλογιών. Σ’ αυτή την κοσμογονία, την κοσμογονία που θα γίνη, έχω και εγώ τη δύναμη να βάλω ένα λιθάρι.
Σε φιλώ
ΓΙΩΡΓΟΣ»
Δυο χρόνια μετά, το Νοέμβρη του 1945, σε επιστολή της η Λίνα Γ. Γιατράκου που έχασε στο Μονοδένδρι τον άντρα της και τον αδερφό της γράφει, ανάμεσα στα άλλα:
«…Το χώμα του Μονοδεντριού ποτιζόταν από το αίμα των 118 αγωνιστών . Μέσα σ’ αυτούς είχα τον άντρα μου και τον αδερφό μου. Είμαι περήφανη γι’ αυτό. Οι 118 μάρτυρες ήταν οι διαλεχτοί της Εθνικής Αντίστασης στον τόπο μας . Γι’ αυτό έξοχα τους ξεχώρισαν μέσα στη νύχτα οι μασκοφορεμένοι προδότες και τους παρέδωσαν στους φασίστες επιδρομείς. Πίστεψαν πως ο λαός θα ήταν αδύνατο ν’ αγωνιστεί και να νικήσει χωρίς αυτούς. Μα γελάστηκαν…»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου